Ο Βαγγέλης Ντελής γεννήθηκε το 1969 στο χωριό Ορφανά του νομού Καρδίτσας. Το διάστημα 1986-1990 σπούδασε αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και ειδικεύτηκε στην προϊστορική αρχαιολογία. Εργάστηκε σε διάφορες ανασκαφές νεολιθικών οικισμών στη Δυτική Θεσσαλία. Διατηρούσε φροντιστήριο μέσης εκπαίδευσης από το 1992 έως το 2002, ενώ από το 1996 έως το 2002 διατηρούσε και βιβλιοπωλείο στην Καρδίτσα. Δίδαξε στη Νάξο. Από το 2004 εργάζεται στην Καρδίτσα.
Έχει διακριθεί σε πανελλήνιους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς ποίησης και πεζογραφίας.
ΕΡ. Κύριε Ντελή έχετε σπουδάσει αρχαιολογία στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών και μάλιστα ειδικευτήκατε στην προϊστορική αρχαιολογία. Τι σας ώθησε στην επιλογή των συγκεκριμένων σπουδών;
ΑΠ. Γεννήθηκα και πέρασα τα παιδικά μου χρόνια σ’ ένα χωριό του θεσσαλικού κάμπου, τα Ορφανά, όπου υπάρχουν δεκάδες οικισμοί της Νεολιθικής Περιόδου. Οι κάτοικοι των οικισμών εκείνων, για να αποφεύγουν τις πλημμύρες έφτιαχναν μικρούς λόφους, τις «μαγούλες». Στο χωράφι μας λοιπόν, που ήταν σε μια τέτοια μαγούλα, από μικρό παιδί έβρισκα μικρά κεραμιδάκια, τα λεγόμενα «όστρακα». Τα μάζευα μαγεμένος, τα έπλενα στη βρύση της αυλής και προσπαθούσα να μαντέψω τη χρήση τους, να τα ενώσω, να μάθω κάτι γι’ αυτά. Τα σχέδιά τους ήταν σχηματικά. Είμαι από τη φύση μου περίεργος και με διακατέχει το αστυνομικό δαιμόνιο να ανασυνθέσω, να βρω την άκρη, να φτάσω μακριά ακόμη κι αν χρειαστεί πολλή φαντασία. Πήρα από τότε την απόφαση να σπουδάσω αρχαιολογία. Όσον αφορά την προϊστορία, υπάρχει κάτι το γοητευτικό σ’ αυτή. Ίσως το ότι δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία, ίσως το ότι ήταν το πρώτο βήμα του σύγχρονου πολιτισμού, το «πρώτο σκαλί», καθώς σηματοδότησε την μόνιμη κατοίκηση των ανθρώπων και τη στροφή τους στην αγροτική οικονομία. Και τέλος είναι πολύ γοητευτική η τέχνη τους που χρησιμοποιείται στα πιο απλά χρηστικά αντικείμενα. Εκεί πραγματικά ο τεχνίτης γίνεται καλλιτέχνης.
ΕΡ. Έχετε εργαστεί σε διάφορες ανασκαφές. Υπάρχει κάποιο χαρακτηριστικό περιστατικό που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;
ΑΠ. Σ’ ένα νεολιθικό οικισμό στην περιοχή του Παλαμά Καρδίτσας βρήκα επιφανειακά, σ’ ένα χωράφι που καλλιεργούνταν, ένα πήλινο ειδώλιο μιας γυναικείας καθιστής μορφής, που κρατούσε στην αγκαλιά της και θήλαζε ένα βρέφος. Σας το αναφέρω, αν και με μια πρώτη ματιά δεν έχει κάτι το σημαντικό. Φανταστείτε όμως ότι εκείνοι οι πρόγονοί μας, 10.000 χρόνια πριν, τιμούσαν τη μητρότητα και την απεικόνιζαν, πιθανόν να λάτρευαν κάποια αντίστοιχη θεότητα. Ήταν όμως τόσο λιτό και ταυτόχρονα τόσο ξεχωριστό αυτό το θέμα, τόσο τρυφερό και συγκλονιστικό συνάμα που αισθάνθηκα πολύ δυνατά συναισθήματα, ειδικά καθώς γνώριζα ότι πιθανόν να μην επιβίωνε ως ακέραιο άλλο χρόνο, απειλούμενο από τα αγροτικά εργαλεία. Πόσο μεγάλο μυστήριο θα φάνταζε στα μάτια τους η γέννηση και η ανατροφή ενός νέου ανθρώπου! Πόσο μεγάλο πράγματι είναι αυτό το μυστήριο! Και πόσο αυθεντικό να το παραστήσει εκείνος ο καλλιτέχνης, ο οποίος πιθανόν ήταν αγρότης ή κτηνοτρόφος, αλλά ήθελε να αποδώσει τιμή στην Μητέρα…
ΕΡ. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο σας «Ο καλλιτέχνης». Σε τι είδους καλλιτέχνη αναφέρεσθε;
ΑΠ. Το μυθιστόρημά μου «Ο καλλιτέχνης» από τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ αναφέρεται σ’ έναν υπαρκτό γλύπτη του Πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού, ο οποίος έζησε γύρω στο 2.300 π.Χ. πιθανόν στην Νάξο. Ονομάζεται συμβατικά στη βιβλιογραφία Καλλιτέχνης Γουλανδρή, καθώς αρκετά έξοχα ειδώλιά του βρίσκονται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης Γουλανδρή στην Αθήνα. Συνολικά έχουν ταυτιστεί 130 ειδώλια από το χέρι του και βρίσκονται σε πολλά μουσεία του κόσμου. Πρόκειται για τον πιο κλασικό γλύπτη εκείνης της εποχής, ο οποίος είχε φτάσει την τέχνη κατασκευής των ειδωλίων σε πολύ υψηλό επίπεδο. Λυρόσχημο κεφάλι, πιθανόν καθώς απέδιδε και τον σκούφο, οβάλ πρόσωπο, μακρύς λαιμός σε σχήμα κώνου, λεπτοί ώμοι που γέρνουν, τα χέρια τυλιγμένα στο στήθος. Όμως αυτός ο Καλλιτέχνης έφτιαξε και πιο ελεύθερα αγάλματα, όπως ο αρπιστής και ο προπίνων. Ίσως αυτό δείχνει ένα πιο ελεύθερο πνεύμα, έναν πραγματικά εμπνευσμένο καλλιτέχνη που τηρεί την τεχνοτροπία των ειδωλίων, όμως προσθέτει και κάτι καινούργιο, ξεχωριστό που τα κάνει μοναδικά. Εξάλλου είναι ίσως σπάνια η περίπτωση των ειδωλίων αυτών, τα οποία κάλλιστα θα μπορούσαν να θεωρηθούν έργα σύγχρονης γλυπτικής. Κι όμως ο Καλλιτέχνης Γουλανδρή έζησε πάνω από 4.500 χρόνια πριν.
ΑΠ. Η αλήθεια είναι πως η παράλληλη, η «αντικριστή» αφήγηση του μυθιστορήματος είναι και η μεγάλη πρωτοτυπία του. Τα κεφάλαια της προϊστορικής ιστορίας αριθμούνται με αριθμούς και εναλλάσσονται με τα κεφάλαια της σύγχρονης ιστορίας, τα οποία αριθμούνται με γράμματα. Μάλιστα μπορεί κάλλιστα κάποιος να διαβάσει το βιβλίο τμηματικά και θα έχει ένα εξίσου συμπαγές αποτέλεσμα. Με την μεγάλη απόκλιση των εποχών ήθελα να δείξω ότι υπάρχει συνέχεια στον πολιτισμό μας. Η ειδικότητά μου ως αρχαιολόγος με βοήθησε κυρίως στην προϊστορική αφήγηση, κατά την οποία οι γνώσεις μου ήταν πολύτιμες και φυσικά η αγάπη μου για εκείνη την εποχή. Όσον αφορά την σύγχρονη ιστορία, ο πρωταγωνιστής μου είναι αρχαιολόγος, κάτι που μπόρεσα βιωματικά να το αποδώσω μέσα και από τις δικές μου εμπειρίες. Εξάλλου στην σύγχρονη ιστορία η αφήγηση είναι πρωτοπρόσωπη, ενώ στην προϊστορική τριτοπρόσωπη. Νομίζω ότι αυτή η εναλλαγή των εποχών, των ηρώων, της αφήγησης, της εστίασης, της πλοκής, αλλά και τα πολλά στοιχεία αρχαιολογίας, ιστορίας και τέχνης κάνουν το μυθιστόρημα να κρατά τον αναγνώστη σε συνεχή αγωνία.
ΕΡ. Στο βιβλίο σας περιγράφετε κυρίως τα ευρήματα από τις ανασκαφές της Νάξου και τα κυκλαδίτικα Ειδώλια. Τι σημαίνει, μέσα από τα μάτια ενός αρχαιολόγου, εκείνη η περίοδος;
ΑΠ. Ήταν μία περίοδος ειρηνική, η paxminoika. Πουθενά στις τοιχογραφίες στο Ακρωτήρι της Θήρας και στην Κνωσσό δεν υπάρχουν πολεμικές σκηνές. Αντίθετα παριστάνονται σκηνές με θαλασσινά θέματα, δελφίνια, αχινούς και ψάρια, θέματα με λιβάδια γεμάτα κρόκους, με πιθήκους που παίζουν, με ανθρώπους που ταξιδεύουν με τα πλοία τους. Ιδιαίτερα πρέπει να αναφερθεί η θέση της γυναίκας, η οποία πρέπει να ήταν πολύ ψηλά. Οι γυναίκες παριστάνονται με βαμμένα χείλη, με κόκκινα μάγουλα, με περίτεχνα φτιαγμένα τα μαλλιά τους, με σκουλαρίκια και περιδέραια, με καταπληκτικά φορέματα και στην Κρήτη έπαιρναν μέρος και στα ταυροκαθάψια. Πρόκειται για μια κοινωνία που ευημερεί. Ο πλούτος έφερε και πολιτισμική ανάπτυξη. Δεν υπάρχουν ωστόσο ναοί. Σίγουρα πίστευαν σε θεούς, δεν ξέρουμε όμως πολλά γι’ αυτό. Το ότι δεν υπάρχουν γραπτές πηγές από τότε κάνει πιο ενδιαφέρουσα τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος, αφήνει περισσότερο ελεύθερη τη φαντασία. Και βέβαια μην ξεχνάμε τα καταπληκτικά κυκλαδικά ειδώλια από μάρμαρο της Κέρου, της Νάξου, της Πάρου. Τι καλλιτέχνες ήταν αυτοί και τι παιδεία είχαν; Πώς ήταν οργανωμένες εκείνες οι κοινωνίες που ευημερούσαν και δεν χρειαζόταν καθόλου όπλα; Εκείνη η περίοδος λοιπόν για τα δικά μου μάτια ήταν μια όμορφη περίοδος, που απέδειξε ότι εκείνοι οι άνθρωποι δεν ήταν πρωτόγονοι, αλλά ότι έφτιαξαν έναν πολιτισμό απαράμιλλο για την εποχή τους. Άλλωστε η πιο πιθανή εκδοχή της Ατλαντίδας, όπως την αναφέρει ο Πλάτωνας, είναι η καταβύθιση της καλντέρας της Θήρας. Τα παλιρροϊκά κύματα θα σάρωσαν την Μινωική Κρήτη και θα σήμαναν το τέλος αυτού του τόσο ξεχωριστού πολιτισμού.
ΑΠ. Οι προσωπικές μου γνώσεις ήταν η βάση. Σίγουρα όμως αναζήτησα υλικό από πολλές πηγές. Κυρίως από το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης Γουλανδρή και τους οδηγούς που κατά καιρούς έχει εκδώσει. Επίσης από βιβλία του καθηγητή μου, κυρίου Χρήστου Ντούμα, σχετικά με τη Θήρα αλλά και σχετικές μελέτες για την έκρηξη του ηφαιστείου. Είχα επίσης την τύχη να διοριστώ για έναν χρόνο στην Νάξο, οπότε και η περιοχή μού ήταν γνωστή και είδα από κοντά και τα εκθέματα του μουσείου της Χώρας. Τέλος, ευτυχώς υπάρχει και το διαδίκτυο, το οποίο παρέχει πολλές πληροφορίες, με τις οποίες εμπλούτισα τις ήδη υπάρχουσες. Και όσον αφορά την επαλήθευση των στοιχείων που αναφέρονται, ο εκδοτικός μου οίκος, ο ΚΕΔΡΟΣ, είχε ορίσει μία αρχαιολόγο, την κυρία Κωνσταντίνα Παναγιωτοπούλου, να επιμεληθεί το βιβλίο.
ΕΡ. Στις περιγραφές σας, που αφορούν το 2.300 π.Χ. (π.χ. τελετές, θυσίες) που σταματάει η αλήθεια και αρχίζει η μυθοπλασία;
ΑΠ. Όπως σας είπα, δεν υπάρχουν γραπτές πηγές από εκείνη την εποχή. Ωστόσο τα δείγματα πολιτισμού είναι αξιόλογα, προκαλούν τον θαυμασμό μας και εξάπτουν την φαντασία. Δεν γνωρίζουμε τίποτε για τους θεούς του Κυκλαδικού και Μινωικού Πολιτισμού. Έχουμε τα μεγάλα κέρατα ταύρου που διακοσμούν το παλάτι του Μίνωα, έχουμε την Θεά των Όφεων, που αναφέρεται και στο μυθιστόρημα, έχουμε και κάποιους βωμούς. Παρατηρώντας την ανθρώπινη συμπεριφορά σε άλλους πολιτισμούς, κυρίως μεταγενέστερους, και έχοντας υπόψη μας ότι δεν υπήρξε πολιτισμικό κενό στις περιοχές εκείνες, αλλά ακολούθησαν μια πορεία μέχρι τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό, οπότε και έχουμε πια γραπτές μαρτυρίες και βέβαια τον Όμηρο, προσπάθησα να μην ξεφύγω πολύ από τα στοιχεία, και η μυθοπλασία απλά να βασίζεται σε ευρήματα. Πάντως για τους κατοίκους του Αιγαίου σίγουρα ένας θεός κυρίαρχος θα ήταν ο θεός του φωτός και της θάλασσας. Πάντα τα στοιχεία της φύσης επηρεάζουν τη θρησκεία. Και σίγουρα εκείνοι οι άνθρωποι θα ήταν ιδιαίτερα πιστοί. Εξάλλου και σήμερα στις Κυκλάδες υπάρχουν εκατοντάδες εκκλησάκια σε κάθε νησί, φτιαγμένα από τους κατοίκους. Νομίζω ότι η περιοχή επέβαλλε σταθερά στο πέρασμα των χρόνων αυτή τη λατρεία. Αν ο θεός τους λεγόταν Απόλλωνας ή Ποσειδώνας νομίζω δεν έχει μεγάλη σημασία.
ΕΡ. Η σύγχρονη ιστορία του βιβλίου σας αναφέρεται σε δυο περιόδους ανασκαφών στη Νάξο, με 60 χρόνια διαφορά. Ποιες διαφορές ή ομοιότητες υπάρχουν ανάμεσα στις δυο περιόδους;
ΑΠ. Υπάρχει μεγάλη κρίση και στον τομέα της αρχαιολογίας στη χώρα μας. Παλιότερα πιστεύω γινόταν περισσότερες ανασκαφές και για μεγαλύτερα διαστήματα. Στις Μυκήνες μάλιστα και στην Κρήτη η χρηματοδότηση γινόταν και από ιδιώτες. Σήμερα ο τουρισμός έχει καταστρέψει αξιόλογες περιοχές με μεγάλο πολιτισμό. Η αρχαιοκαπηλία επίσης, όπως αναφέρεται και στο μυθιστόρημα, έπαιξε καταλυτικό ρόλο. Και δεν είναι βέβαια φαινόμενο της εποχής μας μόνο. Υπάρχουν πάρα πολλά ειδώλια σε ιδιωτικές συλλογές από φιλότεχνους – για μένα δεν υφίσταται αυτός ο όρος, όταν μιλάμε για αρχαιότητες που ανήκουν στον παγκόσμιο πολιτισμό. Η σύγχρονη λοιπόν ανασκαφή έχει περισσότερες δυσκολίες λόγω του τουρισμού και δυστυχώς της νοοτροπίας. Παλιότερα ίσως ήταν και πιο αγνοί οι κάτοικοι των περιοχών όπου υπήρχαν αρχαιότητες. Η παιδεία τους ήταν περισσότερο καλλιτεχνική και ίσως υπήρχε μεγαλύτερη βάση στην ιστορία μας.
ΑΠ. Πιστεύω ότι ένας ερευνητής, όποιου κλάδου ερευνητής, πρέπει να δίνει όλη την ψυχή του στην έρευνα, να ζει και να ανασαίνει γι’ αυτή και το μυαλό του να είναι συνέχεια εκεί. Οι μεγάλες προσωπικότητες είχαν αυτό το χαρακτηριστικό. Και η προσωπική τους ζωή μένει στο περιθώριο. Οι αντιπαλότητες μεγαλώνουν. Γίνεται στόχος πολλές φορές. Δεν γίνεται όμως να κάνεις ένα έργο που ξεπερνά τα φυσιολογικά όρια και να είσαι κοινωνικός. Αντλεί από μέσα σου όλη την ενέργεια και σε τοποθετεί σ’ έναν χώρο μακριά από τα εγκόσμια. Είναι ίσως το τίμημα των μεγάλων ανθρώπων. Μα το αποτέλεσμα συνήθως τους δικαιώνει.
ΑΠ. Πιστεύω ότι ο Μίνωας δεν ήταν μια συγκεκριμένη προσωπικότητα αλλά τίτλος, όπως ο Φαραώ στην Αίγυπτο. Το παλάτι του στην Κρήτη δείχνει συγκεντρωτισμό εξουσίας. Πιθανώς υπήρχε ένα εξελιγμένο σύστημα διοίκησης και οικονομικών. Εξάλλου και ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι ο Μίνωας με τον στόλο του έδιωξε τους πειρατές από το Αιγαίο και επέβαλε ειρήνη. Άρα υπήρχε και αξιόλογος στρατός και ναυτικό. Όλα αυτά απαιτούν αυστηρή εξουσία. Και σίγουρα σεβασμό προς το πρόσωπό του. Περιβαλλόταν από θεοκρατική εξουσία και κάθε εννέα χρόνια ανέβαινε στο όρος της Ίδης και ανανέωνε την προέλευση της εξουσίας του από τους θεούς. Ονομαζόταν γι’ αυτό «Εννέωρος». Και πιστεύω ότι ένα δυνατό ιερατείο θα τον περιέβαλλε. Ταυτόχρονα ήταν και ο μέγιστος δικαστής. Όλα αυτά πιθανόν θα απαιτούσαν κληρονομική βασιλεία και αρκετά υψηλή παιδεία στον μελλοντικό Μίνωα. Η ευθύνη διατήρησης ενός βασιλείου με θαλάσσια σύνορα θα ήταν μεγάλη. Πιστεύω επομένως ότι η προσωπικότητα του Μίνωα θα προσιδίαζε σ’ έναν πολύ μορφωμένο ηγέτη, με πίστη στην παράδοση και τους θεούς, δίκαιο και αυστηρό.
ΕΡ. «Πάνω απ’ όλα χρειαζόμαστε έναν πολιτισμό που να έχει επίκεντρο τον άνθρωπο, έναν πολιτισμό που να ωθεί τον άνθρωπο στη δημιουργία κι όχι στην απόκτηση πλούτου, έναν πολιτισμό του πνεύματος» απευθύνει ο Άγις στη Σελάνα το 2.300 π.χ. Αν ζούσε σήμερα τι θα έλεγε;
ΑΠ. Πιστεύω ότι θα έλεγε το ίδιο. Δυστυχώς και σήμερα ο πολιτισμός μας είναι τεχνοκρατικός με στόχο το χρήμα, την εξουσία, τα υλικά αγαθά και τις απολαύσεις. Η γοητεία της πνευματικής δημιουργίας και της πνευματικής απόλαυσης περιορίζεται συνειδητά σε λίγους. Το δημιουργικό πνεύμα διαπνέεται, πιστεύω, από άλλες αρχές. Υπάρχει ανθρωπιστική παιδεία, σφαιρική γνώση, κατανόηση του εφήμερου. Ο πολιτισμός που στηρίζεται στη δημιουργία θα μπορούσε να παραμερίσει τον πόλεμο και την εξουσία. Να κάνει τους ανθρώπους σκεπτόμενους. Να τους μυήσει στην γοητεία της Τέχνης. Να γκρεμίσει τα σύνορα και να χτίσει μια ειρηνική συνύπαρξη.
ΕΡ. Γράφοντας το βιβλίο σας, ποιος ήταν ο κύριος στόχος σας, να περάσετε στους αναγνώστες αρχαιολογικές πληροφορίες ή να διηγηθείτε μια φανταστική ιστορία;
ΑΠ. Θα έλεγα ότι πρωταρχικά ο στόχος μου ήταν να διηγηθώ μια ανθρώπινη ιστορία μέσα από την αγάπη μου για την αρχαιολογία και την ελληνική προϊστορία. Ήθελα να δώσω την κρυφή γοητεία της τέχνης και να περιγράψω έναν μεγάλο πολιτισμό χαμένο στον χρόνο από ένα τρομακτικό φυσικό φαινόμενο, όπως ήταν η έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας. Ήθελα ακόμη να αναδυθεί η προσωπικότητα ενός μεγάλου Καλλιτέχνη, και καθώς η τέχνη δεν έχει σύνορα κι εποχές, ήθελα να αποκαταστήσω αυτόν τον Καλλιτέχνη στην συνείδηση των σύγχρονων ανθρώπων.
ΕΡ. Τις δυο ιστορίες του βιβλίου σας, αν και είναι ανεξάρτητες, καταφέρατε να τις συνδέσετε μ’ έναν μαγικό τρόπο, στο τέλος του βιβλίου. Ήταν κάτι που είχατε σκεφτεί εξαρχής ή προέκυψε στην πορεία της συγγραφής;
ΑΠ. Πρώτα έγραψα την σύγχρονη ιστορία. Ερέθισμα ήταν η γνωριμία μου στην Κόρωνο της Νάξου με μια αρχοντική κυρία, την Σοφία. Το όνομά της στο μυθιστόρημα το άλλαξα, καθώς η ίδια πια δεν ζει. Αυτή μου διηγήθηκε ιστορίες από το νησί της. Όχι ότι δεν γνώριζα πολλά για την προϊστορική Νάξο, αλλά αυτή ήταν ένας άνθρωπος που κουβαλούσε μέσα της αυτή την ιστορία. Παράλληλα με τη σύγχρονη ιστορία ένιωσα ότι θα μπορούσα να ενσωματώσω και κάποια στοιχεία της παλιάς εποχής και άρχισα την αναζήτησή μου για τον Καλλιτέχνη Γουλανδρή. Η τελική συρραφή των δύο ιστοριών έγινε σχεδόν πέντε χρόνια από την έναρξη της συγγραφής. Ήταν πολύ δύσκολο να ενωθούν δυο ιστορίες με τελείως διαφορετικούς ήρωες και τόσες χιλιάδες χρόνια απόκλισης. Όμως ήταν κοινό το μέρος όπου έζησαν οι ήρωες και κοινός ο τόπος: η τέχνη. Δεν σας κρύβω όμως ότι το τέλος προέκυψε μόνο του, αβίαστα. Και σίγουρα δεν το είχα προσχεδιάσει. Αυτό ήταν για μένα το πιο γοητευτικό παιχνίδι της συγγραφής του.
ΕΡ. «Καμιά φορά, δυστυχώς, οι συνθήκες δεν αφήνουν τους ανθρώπους να ενωθούν, δεν αφήνουν τον έρωτα να καρπίσει» γράφετε. Μήπως φέρουν ευθύνη και οι ίδιοι οι άνθρωποι που δεν προσπαθούν περισσότερο κι όχι μόνο οι συνθήκες;
ΑΠ. Είναι ένα ερώτημα που με έχει απασχολήσει πολύ. Είναι μαγεία ο έρωτας και γεννιέται αβίαστα, πολλές φορές χωρίς γιατί και πώς, έτσι σαν να ήταν προκαθορισμένο, ή κάτι ανεξήγητο και ταυτόχρονα τόσο όμορφο! Μα οι συνθήκες παίζουν πάντα το ρόλο τους. Το αν ο έρωτας θα γίνει γάμος, οικογένεια, θα διαρκέσει για όλη μας τη ζωή, εξαρτάται από το μέταλλο των ανθρώπων που έχουν ερωτευτεί ο ένας τον άλλο. Οι συνθήκες κάποιες φορές υπάρχουν για να δοκιμάζουν τους ανθρώπους και τα συναισθήματά τους. Πιστεύω όμως ότι τις περισσότερες φορές αναφέρονται ως άλλοθι. Ο αληθινός έρωτας θα βρει τον δρόμο. Κι αν όχι τη στιγμή που δοκιμάζεται και φαίνεται πως χάνει, ίσως αργότερα, πολύ αργότερα, όπως έγινε και στο μυθιστόρημα, θα βρει τον δρόμο να φέρει για πάντα κοντά τους ανθρώπους που αγαπήθηκαν αληθινά.
ΑΠ. Κλείνοντας, και αφού σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μου δώσατε να μιλήσουμε για το βιβλίο μου, θα ήθελα να αναφερθώ στη δική μου εμπειρία συγγραφής. Είναι μια μοναχική εμπειρία που στο τέλος της γίνεται κτήμα όλων. Το έργο πορεύεται μόνο του στο χρόνο αφού κοινοποιηθεί. Είναι σαν ένα μήνυμα σ’ ένα μπουκάλι. Ίσως προερχόταν να σώσει αυτόν που το έγραψε, αλλά ίσως μπορέσει κάποτε να σώσει κι αυτόν που το διαβάζει. Είναι μαγικός ο κόσμος της λογοτεχνίας και μας ταξιδεύει. Και είναι και πολύ δυνατή η γλώσσα μας, που μας επιτρέπει να αγγίξουμε τις έννοιες με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποδώσουμε στο έπακρο αυτό ακριβώς που εννοούμε. Η γέφυρα του λόγου κάνει τους ανθρώπους ευφυέστερους και τον κόσμο μας καλύτερο.
(Οι αναγνώστες σας μπορούν να επισκέπτονται την επίσημη ιστοσελίδα μου: www.vangelisdelis.com, όπου υπάρχουν δωρεάν πολλά κείμενά μου).
*** Το βιβλίο «Ο καλλιτέχνης» του Βαγγέλη Ντελή κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ