Περνώντας ένα βράδυ από την οδό Αθανασίου Διάκου, δίπλα ακριβώς από το μετρό της Ακρόπολης, κοίταξα δεξιά μου και είδα κάτι που δεν είχα παρατηρήσει άλλες φορές. Φώτα, κόσμος, μουσική και μια ειδυλλιακή ατμόσφαιρα σε ένα μικρό, αλλά πανέμορφο και ιδιαίτερο μαγαζάκι στην «καρδιά» της πόλης. Το όνομα αυτού: «Παλιό Ραδιόφωνο».
Ευθύς αμέσως μπήκα μέσα στο μαγαζί για να πιω ένα ποτό. Έμεινα περίπου μισή ώρα και είπα στον υπεύθυνο πως τα συναισθήματα που ένιωσα αυτή τη λίγη ώρα στο μαγαζί ήταν κάτι το απερίγραπτο. Μια απίστευτη αύρα υπήρχε στο χώρο και άρχισε να κατακλύζει και εμένα την ίδια. Τότε πήρα το θάρρος να ζητήσω από τον υπεύθυνο να μου πει τα πάντα για το «Παλιό Ραδιόφωνο». Δέχτηκε μετά χαράς – αν και παραξενεύτηκε στην αρχή – και έτσι κανονίσαμε να συναντηθούμε για μια μίνι συνέντευξη. Γιατί τα ωραία μέρη και οι αξιόλογοι άνθρωποι πρέπει να «ανακρίνονται».
Φτάνοντας στο μαγαζί ένα βράδυ, ήπια το κρασάκι μου και ξεκίνησα τη μικρή κουβέντα μου με τον κύριο Γιάννη Δράκο, υπεύθυνο του μαγαζιού. Η συζήτησή μας ήταν λιτή, αυθόρμητη και απόλυτα ειλικρινής. Δείτε τι είπαμε με τον Γιάννη και σίγουρα θα ανακαλύψετε ενδιαφέρουσες και άγνωστες πτυχές του «Παλιού Ραδιοφώνου».
Πώς ξεκίνησε η ιδέα του μαγαζιού και πόσα χρόνια κλείνει το «Παλιό Ραδιόφωνο»;
Γ.Δ: Το «Παλιό Ραδιόφωνο» κλείνει 7 χρόνια με αυτήν τη διεύθυνση. Το πήρε ο Αλέξανδρος, ο οποίος έχει και το Duende, ένα μπαράκι στην οδό Τζιραίων, πολύ κοντά στο «Παλιό Ραδιόφωνο». Αποφάσισε να φτιάξει ένα δεύτερο μαγαζί, καθώς το Duende ήταν πάντα γεμάτο από κόσμο, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να κάτσουν όλοι για ποτό ή φαγητό. Πήρε λοιπόν το «Παλιό Ραδιόφωνο» για να δώσει την ευκαιρία σε μεγαλύτερο μέρος του κόσμου να έρθει σε ένα από τα δύο μαγαζιά. Και όπως βλέπεις και εσύ, το μπαρ είναι παλιών προδιαγραφών, με καλή κάβα, καθώς προσφέρει ποικιλία ποτών, απλών και special. Μοιάζει αρκετά με το Duende ως προς τη διακόσμηση. Ο κόσμος μπορεί να απολαμβάνει το ποτό του και μια όμορφη ατμόσφαιρα κάθε βράδυ, από τις 8 μέχρι όσο πάει. Το μαγαζί είναι κατά βάση χειμερινό, αλλά παραμένει ανοιχτό από τον Σεπτέμβριο έως τον Ιούλιο.
Γιατί ο ιδιοκτήτης (κος Αλέξανδρος) διάλεξε την Ακρόπολη για το συγκεκριμένο μπαρ;
Γ.Δ: Γιατί το Duende, μαγαζί 22 χρόνων, βρίσκεται επίσης στην Ακρόπολη. Επιπλέον, ο Αλέξανδρος αγαπά πολύ τη συγκεκριμένη περιοχή, η οποία έχει το δικό της μοναδικό χαρακτήρα και μια σταθερή θέση στην «καρδιά» της πόλης, αλλά και στις καρδιές των κατοίκων της.
Διοργανώνει το μαγαζί εκδηλώσεις για πελάτες, εφόσον αυτό ζητηθεί; (π.χ. μπορεί να κλείσει ένα άτομο το μπαρ για τα γενέθλιά του);
Γ.Δ: Γενικά αποφεύγουμε να κλείνουμε το χώρο για συγκεκριμένα άτομα, καθώς το μαγαζί είναι μικρό και δε συμφέρει να προχωρούμε σε τέτοιες ενέργειες. Ωστόσο κατόπιν συνεννόησης, μπορεί να κρατηθεί ένας μικρός χώρος του μαγαζιού για λίγα άτομα, στο πλαίσιο κάποιας γιορτής ή εκδήλωσης, αλλά σε γενικές γραμμές, έρχεται όποιος θέλει χωρίς προηγουμένως να έχει κάνει κράτηση. Οι βραδιές στο μπαρ είναι σταθερά ντυμένες με jazz και blues μουσικές, στοιχείο που χαρακτηρίζει το μαγαζί και σε συνδυασμό με τη διακόσμηση και το κλίμα, συντελεί στην επιτυχία του αυτά τα 7 χρόνια της διαδρομής του. Παλιότερα είχαμε ζωντανές εμφανίσεις jazz συγκροτημάτων και καλλιτεχνών στο μαγαζί, αλλά με τα χρόνια αυτές σταμάτησαν. Τόσο Έλληνες όσο και ξένοι καλλιτέχνες, που δίνουν jazz και blues συναυλίες στην Ελλάδα, έρχονταν να παίξουν μουσική ή να τραγουδήσουν στο «Παλιό Ραδιόφωνο» και φυσικά, το επέλεγαν, αλλά και συνεχίζουν να το επιλέγουν, ως το στέκι στο οποίο θα πιουν το ποτό τους, θα απολαύσουν την αγαπημένη τους μουσική και θα χαλαρώσουν.
Πώς προέκυψε το όνομα του μπαρ; Γιατί «Παλιό Ραδιόφωνο»;
Γ.Δ: Το μαγαζί λεγόταν από παλιότερα Ραδιόφωνο. Ο ιδιοκτήτης όμως, ο Αλέξανδρος, έχει μια «μανία» – με την καλή πάντα έννοια – με τα παλιά. Ποια παλιά όμως; Δεν εννοώ πως δεν κοιτά μπροστά και δε συμβαδίζει με την εποχή του. Αντιθέτως. Απλώς εννοώ πως του ασκούν μεγάλη έλξη τα παλιά αντικείμενα, η παλιά τεχνολογία και γενικότερα, ο,τιδήποτε δεν είναι mainstream, αλλά έχει έναν προσωπικό, αναλλοίωτο στο χρόνο χαρακτήρα. Βλέπεις τα ρολόγια, τα παλιά όργανα και τα ραδιόφωνα που κοσμούν το χώρο. Η διακόσμηση υποδηλώνει μια ξεχωριστή αντίληψη του παλιού, το οποίο όμως παραμένει διαχρονικό και προσαρμόζεται στο σήμερα. Και αυτό φαίνεται από την αγάπη του κόσμου και από τα θετικά λόγια των πελατών, οι οποίοι εντυπωσιάζονται πρωτίστως από τη διακόσμηση και το στυλ του μαγαζιού. Κάπως έτσι προέκυψε το όνομα «Παλιό Ραδιόφωνο», το οποίο εξηγείται και από την αγάπη του ιδιοκτήτη για την παλιά jazz και γενικά, για την παλιά μουσική.
Αν επιτρέπεται, ποιο ήταν το επάγγελμα του ιδιοκτήτη; Θέλω να καταλάβω το υπόβαθρο και την προσωπικότητα που έπαιξαν το δικό τους ρόλο στη διαμόρφωση αυτού του όμορφου μπαρ.
Γ.Δ: Ο Αλέξανδρος ήταν καπετάνιος και είχε τη δυνατότητα να ταξιδέψει παντού. Είδε διαφορετικά πράγματα, ανακάλυψε, πήρε μαζί του πολλά αντικείμενα και τα έφερε εδώ. Βέβαια πολλά από αυτά που βλέπεις προέρχονται από παλιατζίδικα. Γενικότερα, ο Αλέξανδρος παίρνει παλιά πράγματα και τα κάνει σαν καινούργια. Μπορεί να πάρει έναν παλιό καναπέ, για παράδειγμα, και να στον κάνει αγνώριστο. Σκέψου, λοιπόν, ότι πήρε τα παλιά στοιχεία στη μουσική και στη διακόσμηση και τα ενσωμάτωσε με αρμονικό τρόπο στο μαγαζί, δημιουργώντας έναν ζεστό χώρο με jazz μουσική, που μοιάζει ταυτόχρονα απίστευτα σύγχρονος. Το ξεχωριστό είναι πως οι εμπειρίες αυτού του ανθρώπου από τα ταξίδια του υπάρχουν μέσα στο χώρο, στην αύρα που αυτός αποπνέει, στην ατμόσφαιρα, σε όλα και αυτό είναι που σου βγάζει κάτι το εντυπωσιακό.
Αυτό που λες είναι εκπληκτικό. Όταν ήρθα για πρώτη φορά εδώ, αισθάνθηκα και εγώ μια τρομερή ζεστασιά, ένα παρεΐστικο και ταυτόχρονα ρομαντικό κλίμα, το οποίο με έκανε να θέλω να μάθω ακόμα πιο πολλά πράγματα για το μαγαζί και για το πώς γεννήθηκε η ιδέα αυτού του μπαρ. Και αυτή η υπέροχη διακόσμηση συμπληρώνεται από τους πίνακες και τις αφίσες με πολιτιστικά δρώμενα. Πες μου τώρα κάτι άλλο. Ποια είναι η δική σου σχέση με τη μουσική και γενικά με την τέχνη;
Γ.Δ: Οι πίνακες για τους οποίους μίλησες και οι αφίσες με jazz μουσική και άλλα πολιτιστικά δρώμενα προέρχονται και αυτά, στην πλειονότητά τους, από παλιατζίδικα. Τώρα για τη δική μου σχέση με τη μουσική. Είμαι μουσικός και έπαιζα χρόνια ως DJ σε μαγαζιά. Παίζω κιθάρα, λατρεύω τη jazz και τη blues (μπλουζ). Πλέον δεν ασχολούμαι επαγγλεματικά, αλλά η σύνδεσή μου παραμένει μεγάλη, καθώς η μουσική για μένα είναι η απόλυτη τέχνη. Άρα η σχέση μου τόσο με τη μουσική όσο και με την τέχνη είναι, θα έλεγα, ιδιαίτερα καλή. Τώρα όσον αφορά στο μαγαζί, με το που το είδα, ήθελα να δουλέψω εδώ, το επιδίωξα και τα κατάφερα. Είμαι χρόνια στο «Παλιό Ραδιόφωνο». Ωστόσο όπως είπες και πριν, η μουσική δεν είναι ο μόνος και ίσως ούτε ο κυριότερος λόγος έλξης του κόσμου. Ο κόσμος έρχεται πρώτα από όλα για το ζεστό κλίμα, όπως προανέφερες, για αυτήν την οικειότητα που νιώθει στο χώρο, για το παρεΐστικο και ρομαντικό κλίμα, για την ατμόσφαιρα, το φωτισμό και γενικότερα, για το χώρο, όπως είναι διαμορφωμένος. Η μουσική αποτελεί σημαντικό παράγοντα αλλά όχι τον σημαντικότερο, καθώς αυτό που καθιστά μοναδικό το μαγαζί δεν είναι η μουσική του, αλλά η διακόσμηση, το στυλ, η ατμόσφαιρα, τα συναισθήματα που δημιουργεί στους ανθρώπους. Το καλό με το μπαρ είναι ότι οι παρευρισκόμενοι μπορούν να συζητήσουν χωρίς να ενοχλούνται από τη μουσική, η οποία παίζει σε φυσιολογικούς ρυθμούς και όχι πολύ δυνατά. Οι τιμές είναι φυσιολογικές και αρκετά καλές για την εποχή και φυσικά, τα ποτά δεν τα βάζουμε με τη «μεζούρα». Γεμίζουμε το ποτήρι μέχρι πάνω, δεν είμαστε φειδωλοί. Και όπως είδες και εσύ, είμαστε μια παρέα. Στο τέλος της βραδιάς, γινόμαστε όλοι φίλοι και καταλήγουμε να κάνουμε ατέλειωτες συζητήσεις σα να γνωριζόμαστε χρόνια. Αυτό είναι το «Παλιό Ραδιόφωνο».
Τι συναισθήματα γεννά το μαγαζί στον κόσμο; Τι σου έχουν πει όσοι έρχονται στο «Παλιό Ραδιόφωνο»; Ποια είναι η πρώτη εντύπωση που σχηματίζουν για το μπαρ;
Γ.Δ: Η εντύπωση που σχηματίζουν είναι αυτή που σχημάτισες και εσύ. Ένα ωραίο, ζεστό μπαρ με παρεΐστικη και ρομαντική ατμόσφαιρα, που σε κάνει να θέλεις να μείνεις όλο το βράδυ εκεί. Ακούω πολύ καλά λόγια από νέους ανθρώπους που έρχονται από όλα τα μέρη της Αθήνας για να πιουν το ποτό τους εδώ και αυτό είναι ένα πολύ αισιόδοξο γεγονός για το μέλλον του μαγαζιού. Οι περισσότεροι που δεν ήξεραν το μπαρ, το μαθαίνουν κυρίως από φίλους που ήρθαν και τους άρεσε. Επιπλέον, έχω ακούσει πολύ καλά λόγια από τουρίστες που έρχονται στο μαγαζί και εντυπωσιάζονται. Έχω συζητήσει ατέλειωτες ώρες μαζί τους. Κάποιοι μου λένε ότι τους θυμίζει τα μπαρ στη χώρα τους, άλλοι ότι θα ήθελαν να φτιάξουν κάποια στιγμή ένα παρόμοιο μπαρ και άλλα πολλά πράγματα, τα οποία με κάνουν να νιώθω πολύ ευτυχισμένος που εργάζομαι σε έναν τόσο ανθρώπινο χώρο, ο οποίος γεννά επικοινωνία, ως αποτέλεσμα του ευχάριστου κλίματος και της διάθεσης που δημιουργεί στον κόσμο.
Τι είδους πελάτες έρχονται στο μαγαζί; Νέοι, μεγάλοι, διάσημοι, άγνωστοι;
Γ.Δ: Έρχονται λίγο πολύ όλες οι κατηγορίες ανθρώπων. Νέοι, μεγάλοι, γνωστοί, άγνωστοι. Βέβαια να σου πω την αλήθεια, στο Duende, που είναι το άλλο μαγαζί (bistrot) λίγο πιο δίπλα, έρχονται πιο γνωστά πρόσωπα, ακόμα και πολιτικοί. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορεί να πάει ο καθένας. Στο «Παλιό Ραδιόφωνο» έρχονται κατά καιρούς αρκετοί πολιτικοί, τραγουδιστές, ηθοποιοί, δημοσιογράφοι και πολλοί άλλοι. Όμως σε γενικές γραμμές τα πράγματα είναι πιο απλά, καθώς το μαγαζί έχει γίνει στέκι για τους νέους, τους φοιτητές, για πολλούς μουσικούς, αλλά και για τουρίστες.
Βλέπω ότι μιλάς με πολύ κόσμο στο μαγαζί και σίγουρα θα σου έχουν πει πράγματα που σου έχουν μείνει στο μυαλό. Ποιο είναι το καλύτερο σχόλιο που έχεις ακούσει από πελάτη για το μαγαζί και σε έκανε να νιώσεις ικανοποιημένος;
Γ.Δ: Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ αυτό. Νομίζω όμως ότι δύο είναι αυτά τα περιστατικά που θυμάμαι πολύ έντονα. Είχε έρθει στο παρελθόν ένας Ιρλανδός τουρίστας στο μπαρ, ο οποίος έπινε πάρα πολύ (γέλια) και μου είπε πως το μαγαζί του θυμίζει μια παμπ στην Ιρλανδία, στην οποία είναι καθημερινός και πιστός πελάτης. Κάτι πιο πρόσφατο που μου έρχεται στο μυαλό είναι ένας τύπος από το Σικάγο, ο οποίος ήρθε πριν λίγες ημέρες και ενώ μιλούσαμε, μου είπε πολύ καλά πράγματα για την Ελλάδα και ειδικότερα, για την Αθήνα, τη στιγμή που άλλοι τουρίστες και ντόπιοι λένε τα χειρότερα για την κατάσταση που επικρατεί. Ο ίδιος μου είπε πως γνώρισε πολύ φιλικούς ανθρώπους, επισκέφθηκε πανέμορφα μέρη και μίλησε με πολύ καλά λόγια για το «Παλιό Ραδιόφωνο», το οποίο του έκανε τρομερή εντύπωση. Περιττό να σου πω πως δοκίμασε σχεδόν όλα τα είδη ποτών που προσφέρει το μαγαζί (γέλια). Και μια πολύ καλή ατάκα που μου λένε συχνά πελάτες είναι πως, αν κάποια στιγμή έφτιαχναν μαγαζί, θα ήθελαν να είναι σαν το «Παλιό Ραδιόφωνο». Δε νομίζω ότι υπάρχει μεγαλύτερη χαρά για έναν σερβιτόρο από τη χαρά που του προσφέρει ο καλός λόγος και η ικανοποίηση του πελάτη.
Χορεύει ο κόσμος jazz στο μαγαζί; Γιατί η jazz χορεύεται, παρόλο που πολλοί δεν το γνωρίζουν.
Γ.Δ: Ο κόσμος δε χορεύει συνήθως, γιατί το μαγαζί είναι γεμάτο και ο χώρος μικρός. Όχι ότι δεν μπορεί να το κάνει αν νιώσει την επιθυμία. Πέρυσι το καλοκαίρι θυμάμαι πως είχαν έρθει νεαρά ζευγάρια και τουρίστες και όλοι μαζί σηκώθηκαν να χορέψουν κάποια jazz κομμάτια που τους άρεσαν. Απλά δε συμβαίνει συχνά για τους λόγους που είπα πριν.
Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν αρκετά εναλλακτικά μαγαζιά στην Αθήνα με jazz μουσική, εντούτοις στις μέρες μας κυριαρχούν τα mainstream μαγαζιά με εμπορικές μουσικές. Συνέπεια αυτού μπορεί να είναι πτώση της πελατείας των διαφορετικών μαγαζιών, τα οποία αντικαθίστανται από εμπορικά και μεγάλα μπαρ και clubs. Ποια είναι η γνώμη σου πάνω σε αυτό το ζήτημα; Θεωρείς ότι μαγαζιά σαν το «Παλιό Ραδιόφωνο» παραμένουν διαχρονικά ή σβήνουν στο πέρασμα των χρόνων, εξαιτίας της επικράτησης άλλου είδους μαγαζιών ή ως απόρροια της κρίσης;
Γ.Δ: Ευτυχώς, «χτύπα ξύλο», αυτό το μαγαζί δεν το έχει επηρεάσει η κρίση. Και με άλλους συναδέλφους που συζητώ, μου λένε ότι τέτοια μπαρ, πιο εναλλακτικά, παρά την ευρεία διάδοση των πιο mainstream μαγαζιών, αρχίζουν να ανεβαίνουν. Και αυτό οφείλεται στο χώρο, στη ζεστασιά, στον προσωπικό χαρακτήρα και στο φιλικό κλίμα που δημιουργούν στον κόσμο. Αυτή είναι η δική μου γνώμη. Τα μεγάλα μαγαζιά κλείνουν, στη θέση τους ανοίγουν άλλα παρόμοια και ούτω καθεξής. Έχουν έναν πιο εφήμερο χαρακτήρα. Τα μικρά μαγαζάκια με άποψη είναι διαχρονικά και δεν πιστεύω ότι θα σβήσουν, αλλά ότι θα συνεχίσουν να έχουν δυναμικό χαρακτήρα και μέσα στην κρίση.
Πιστεύεις ότι χρειάζεται μια κανούργια πινελιά στο μαγαζί ή θα το άφηνες ως έχει;
Γ.Δ: Δε θα το πείραζα καθόλου. Το μόνο που θα αποτελούσε μια ωραία προσθήκη είναι η live jazz μουσική από καλλιτέχνες, όπως γινόταν παλαιότερα, αλλά αυτό δεν είναι δυνατόν σήμερα, λόγω του μικρού κυρίως χώρου και άλλων παραγόντων. Κατά τα άλλα, δε θα άλλαζα τίποτα ούτε θα προσέθετα κάτι καινούργιο, που θα αλλοίωνε πιθανόν τον αυθεντικό χαρακτήρα του μπαρ, ο οποίος διατηρείται ανέπαφος όλα αυτά τα χρόνια λειτουργίας του.
Το Παλιό Ραδιόφωνο λοιπόν παραμένει παλιό με την καλή την έννοια, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν είναι διαχρονικό.
Ακριβώς. Παραμένει παλιό και ωραίο και μπορεί να το διαπιστώσει όποιος έρθει στο μαγαζί. Βλέπεις τις αφίσες με τις jazz συναυλίες, τους μουσικούς, τα πολιτιστικά δρώμενα. Μπορείς να δεις παλιά ρολόγια, μουσικά όργανα, παλιά τηλέφωνα και ραδιόφωνα, τα οποία προσδίδουν έναν ιδιαίτερο τόνο στο μαγαζί. Και φυσικά, ο φωτισμός συμπληρώνει το σκηνικό και το κάνει πιο ειδυλλιακό και μυστηριώδες. Η πλούσια κάβα που μου είπες προηγουμένως ότι σου άρεσε, για εμάς τους παλιούς καλούς πότες έχει μεγάλη αξία. Προτιμάμε, σκέψου, να καθόμαστε στο μπαρ και όχι σε τραπεζάκια. Και στο «Παλιό Ραδιόφωνο» έρχονται κάποια άτομα μόνα τους, κάθονται στο μπαρ και πίνουν το ποτό τους.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σου jazz καλλιτέχνης;
Γ.Δ: Υπάρχουν σπουδαίοι καλλιτέχνες και πολλά αριστουργήματα της jazz. Ακούω πολλή jazz και για μένα, ο Τζον Κολτρέιν (John Coltrane) είναι από τους αγαπημένους. Έχει χαρακτηριστεί ως «άγιος της τζαζ» και μάλιστα, έχει ανακηρυχθεί άγιος και από την Αφρικανική Ορθόδοξη Εκκλησία. Κατά τη γνώμη μου, από τις πιο σημαντικές προσωπικότητες που ήρθαν σε αυτόν τον κόσμο.
Τι συναισθήματα σου γεννούν η blues και η jazz; Τι είναι για σένα;
Δύσκολο να στο περιγράψω με μια λέξη. Blues: Με εκφράζει γενικά στη ζωή μου. Jazz: Μπορώ να σου πω μόνο πως αν πάω σε μια συναυλία, θα είναι jazz. Αυτές οι μουσικές γεννούν έντονα συναισθήματα. Είναι όλα τα συναισθήματα μαζί. Είναι τα πάντα για μένα, είμαι εγώ. Με εκφράζουν και όταν τα ακούω, μπορώ να αισθάνομαι.
Ο νέος είναι ωραίος, αλλά ο παλιός είναι αλλιώς και αναμφισβήτητα, καλός..
Μια πρώτη γεύση μας έδωσε ο Γιάννης, ο υπεύθυνος του μαγαζιού, για το κλίμα που επικρατεί στο «Παλιό Ραδιόφωνο». Jazz και blues μουσικές, ξεχωριστή διακόσμηση, ιδιαίτερος φωτισμός, πλούσια και γεμάτη κάβα, όμορφη παρέα και μια άκρως ειδυλλιακή ατμόσφαιρα θα σας ανταμείψουν, αν αποφασίσετε να πιείτε το ποτό σας στο μικρό μπαρ της Ακρόπολης. Το «Παλιό Ραδιόφωνο» χτυπά δυνατά στην «καρδιά» της πόλης και σας καλεί να συντονιστείτε στους ρυθμούς της jazz μουσικής, αλλά και να βυθιστείτε στην ηρεμία που προσφέρει ο όμορφος αυτός χώρος, ο οποίος συνίσταται για παντός είδους συναντήσεις, ερωτικές, φιλικές αλλά και μοναχικές. Οι περισσότεροι το έχουν καθιερώσει ως στέκι τους από παλιά. Για εμάς που το ανακαλύψαμε πρόσφατα, αυτά που μας είπε ο Γιάννης είναι αρκετά για να μας πείσουν πως τα βράδια μας θα γίνουν πιο όμορφα στο «Παλιό Ραδιόφωνο». Μια εικόνα ίσον χίλιες λέξεις. Ακούσατε, είδατε και τώρα ήρθε η ώρα να επισκεφθείτε το μπαράκι στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας. Αξίζει τον κόπο. Καλή διασκέδαση!