Ο Σίμος Κερασίδης γεννήθηκε το 1946 στη Θεσσαλονίκη από πρόσφυγες γονείς. Μεγάλωσε στη συνοικία της Τούμπας και αποφοίτησε από το ομώνυμο Γυμνάσιο. Απόφοιτος της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης εργάστηκε ως τραπεζικός από το 1973 μέχρι το 2006. Στον χώρο του βιβλίου εμφανίστηκε το 1995.
ΜΑΙΡΗ ΓΚΑΖΙΑΝΗ: Τι είναι αυτό που σας κατευθύνει προς τη συγγραφή, πώς μια ιδέα έρχεται και σφηνώνεται στο μυαλό σας και τι μπορεί να αποτελεί έμπνευση;
ΣΙΜΟΣ ΚΕΡΑΣΙΔΗΣ: Ερεθίσματα για συγγραφή έπαιρνα, παίρνω και θα παίρνω από τους ανθρώπους. Από το συγγενικό και φιλικό μου περιβάλλον, αλλά και από τυχαίες κουβέντες που θ’ ακούσω από τους περαστικούς στην καθημερινή περιπατητική μου βόλτα. Εκτός από τις αφηγήσεις των δικών μου ανθρώπων, στο μυαλό μου «σφηνώνονται», όπως λέτε κι εσείς, και σκόρπιες ιδέες από λόγια περαστικών. Από όλα αυτά, επιλέγω ό, τι μ’ ενδιαφέρει, κάνω τη σχετική έρευνα, και στη συνέχεια υφαίνω τον καμβά της πλοκής.
Μ.Γ.: «Η Αρβανίτισσα δασκάλα» είναι ο τίτλος του νέου βιβλίου σας. Σε ποιους τόπους και χρόνους μας ταξιδεύετε στις σελίδες του βιβλίου;
Σ.Κ.: Η Αρβανίτισσα δασκάλα μου ταξιδεύει τον αναγνώστη στην κωμόπολη Μανδρίτσα της Δυτικής Θράκης και στις γύρω περιοχές, όπου διαδραματίζεται το μεγαλύτερο μέρος της πλοκής. Αλλά τον ξεναγεί και στην Ανατολική Θράκη, συγκεκριμένα στην Αδριανούπολη, παλιά πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το ταξίδι ξεκινά στο τέλος του 19ου αιώνα και τελειώνει στην αρχή της δεύτερης δεκαετίας του 20ού, περνώντας μέσα από ανελέητους πολέμους μεταξύ Ελλήνων και Οθωμανών, Ελλήνων και Βουλγάρων κομιτατζήδων.
Μ.Γ.: Ποια είναι η ηρωίδα του τίτλου;
Σ.Κ.: Το όνομά της είναι Λευκή, κόρη εκτροφέα μεταξοσκώληκα και εγγονή προεστού της Μανδρίτσας. Ετοιμοθάνατη στη γέννα της, σώζεται από νεαρό συγχωριανό που τη «νεροβαφτίζει», βουτώντας την στον Ερυθροπόταμο, παραπόταμο του Έβρου, που περνά πλάι από την κωμόπολη. Εξελίσσεται σε κορασίδα με έμφυτη ενόραση και σώζει τους συγχωριανούς της από θανατηφόρες καταστάσεις.
Σ.Κ.: Το πρώτο ερέθισμα δεν ήταν η συγκεκριμένη ιστορική περίοδος, αλλά οι Αρβανίτες. Φίλος καρδιακός, γνήσιος Αρβανίτης, μου διηγήθηκε την ιστορία των προγόνων του, που μ’ ενέπνευσε ν’ ασχοληθώ μ’ αυτή την υπερήφανη φυλή. Επικεντρώνεστε στο γεγονός ότι γεννήθηκα από πρόσφυγες γονείς. Φυσικά και η προσφυγιά αποτελεί πάντα βασική έμπνευση στη συγγραφή μου. Εξάλλου, η μισή Ελλάδα και παραπάνω αποτελείται από πρόσφυγες που ήρθαν από Μικρασία, Πόντο, Ανατολική Θράκη…
Μ.Γ.: Επιλέγετε πάντα να γράφετε γύρω από θέματα που σχετίζονται με την ιστορία συνδυασμένη με μυθοπλασία;
Σ.Κ.: Δε θα μπορούσα να γράψω μία απλή ρομαντική ιστορία. Η φανταστική πλοκή που δημιουργώ, με τους φανταστικούς χαρακτήρες που τοποθετώ, πρέπει πάντα να πατά πάνω σε μεγάλα ιστορικά γεγονότα.
Μ.Γ.: Τι οφείλει να προσέχει ένας συγγραφέας όταν επιλέγει να τοποθετήσει τη μυθοπλασία σ΄ ένα ιστορικό πλαίσιο;
Σ.Κ.: Ο συνδυασμός ιστορίας – μυθοπλασίας θέλει μεγάλη μαεστρία για να γίνει εύπεπτος στον απαιτητικό αναγνώστη. Παρά τις προσπάθειές μου, ομολογώ ότι δεν καταφέρνω πάντα τη συνύφανσή τους.
Σ.Κ.: Σύμφωνα με τους ψυχολόγους, ο έρωτας μπορεί ν’ αναπτυχθεί και στις πολύ μικρές ηλικίες. Αλλά έχω κι εγώ παραδείγματα από δύο συμμαθητές μου στο δημοτικό σχολείο, που τότε ήταν μεικτό. Από τα εννιά τους χρόνια ένιωσαν έντονη έλξη ο ένας για τον άλλο. Σήμερα έχουν εγγόνια και δισέγγονο.
Μ.Γ.: Ο έρωτας μπορεί να κερδίσει το κοινωνικό – ιστορικό πλαίσιο της εποχής (Ελληνίδα η Λευκή-Βούλγαρος ο Γκριγκόρ) και να ξεφύγει της μοίρας του;
Σ.Κ.: Βεβαίως ο έρωτας μπορεί να κερδίσει. Ο άνηβος Βούλγαρος Γκριγκόρ, που ερωτεύεται την αιθέρια Αρβανίτισσα κορασίδα Λευκή, απεχθάνεται τον μισητό κομιτατζή γονιό του. Οι άδολες πράξεις του δείχνουν ότι επιθυμεί διακαώς να ενταχθεί στο αρβανίτικο κοινωνικό πλαίσιο της εποχής και στην οικογένεια της αγαπημένης του. Ο αναγνώστης θα γίνει μάρτυρας του αποτελέσματος προς το τέλος της πλοκής όπου αποκαλύπτονται… πολλά.
Σ.Κ.: Η Λευκή θεωρεί τον Ερυθροπόταμο ζωοδότη ποταμό, επειδή τα κρύα νερά του της δίνουν ζωή μετά την προβληματική γέννησή της. Της δίνουν δύναμη και την προικίζουν με ενόραση. Με αυτό το χάρισμα, σώζει πολλές φορές τη ζωή πολλών συγχωριανών της. Αργότερα σπουδάζει παιδαγωγική στην Αδριανούπολη, γίνεται δασκάλα στη Μανδρίτσα και βγάζει τις κορασίδες της κώμης της από το αμόρφωτο τέλμα τους.
Μ.Γ.: Η Μανδρίτσα είναι μια χαμένη πατρίδα γιατί έμεινε βουλγαρική. Ποιος ήταν ο στόχος σας με τη συγγραφή της ιστορίας των Μανδριτσιωτών;
Σ.Κ.: Να αναβιώσω την ιστορία της πάλαι ποτέ ανθηρής κωμόπολης που, μετά την ανακατανομή των συνόρων, βρέθηκε στη μεριά της Βουλγαρίας. Σήμερα είναι ένα εγκαταλειμμένο χωριό-φάντασμα με 20 κατοίκους από τις 3500-4000 χιλιάδες που είχε τον καιρό της ακμής του.
Μ.Γ.: Με ποια συναισθήματα βιώσατε τη συγγραφική πορεία και ποια καταστάλαξαν μέσα σας γράφοντας τη λέξη τέλος;
Σ.Κ.: Πάντα συμπάσχω με τις αγωνίες και τα βάσανα των φανταστικών χαρακτήρων που δημιουργώ, επειδή τα γεγονότα που περιγράφω είναι πέρα για πέρα αληθινά. Στην Αρβανίτισσα δασκάλα βίωσα τον αγώνα των Αρβανιτών και στο τέλος έμεινα με την πικρία των ανεκπλήρωτων πόθων τους.
Σ.Κ.: Το ποσοστό των Ελληνίδων αναγνωστριών είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των ανδρών. Πιστεύω ότι οι γυναίκες διαβάζουν περισσότερο ρομαντική λογοτεχνία, ενώ οι άνδρες προτιμούν το ιστορικό μυθιστόρημα.
Μ.Γ.: Με ποια λόγια θα θέλατε να τους παροτρύνετε προς την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων;
Σ.Κ.: Θα τους παρότρυνα λέγοντάς τους: «Αντί ν’ αναλώνεστε στα πολλά τηλεοπτικά σκουπίδια που δεν προσφέρουν ΤΙΠΟΤΑ, ούτε καν ψυχαγωγία, να επισκεφτείτε βιβλιοπωλεία και να επιλέξετε μυθιστορήματα του είδους που επιθυμείτε».
Μ.Γ.: Ποια είναι η συμβουλή που θα δίνατε σε έναν νέο συγγραφέα στο ξεκίνημά του;
Σ.Κ.: Ν’ αποβάλλει τον φόβο της αποδοχής του πρώτου εν εξελίξει πονήματός του και να μετατρέψει τη συγγραφή σε μία διασκεδαστική διαδικασία, απολαμβάνοντας τη διαδρομή. Να πιστεύει στον εαυτό του και στο ταλέντο του και να μην πτοείται από τις αρνητικές κριτικές που είναι πάντα υποκειμενικές. Να επιλέξει τον εκδότη που του ταιριάζει.
Μ.Γ.: Σας ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη και σας εύχομαι καλοτάξιδο το βιβλίο σας.
Σ.Κ.: Σας ευχαριστώ κι εγώ με τη σειρά μου για την όμορφη συνέντευξη και αντεύχομαι μεγάλη ρότα στο δικό σας νέο πόνημα με τίτλο «η Αποστολή».
*Το μυθιστόρημα «Η Αρβανίτισσα δασκάλα» του Σίμου Κερασίδη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ωκεανός.
Γεννήθηκε στα Ιωάννινα. Μεγάλωσε στην Αθήνα όπου ζει μέχρι σήμερα και εργάσθηκε στον τραπεζικό χώρο. Στο παρελθόν ασχολήθηκε ερασιτεχνικά με την φωτογραφία, τη ζωγραφική και τα τελευταία δέκα χρόνια με τη συγγραφή. Έχει πραγματοποιήσει ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει σε πολλές ομαδικές.
Την περίοδο 2011-2012 υπήρξε ραδιοφωνική παραγωγός στο magicradiolive. Από τον Νοέμβρη 2014 συνεργάζεται με το now24.gr και έχει πραγματοποιήσει πάνω από εξακόσιες συνεντεύξεις, καθώς και σχολιασμούς βιβλίων και θεατρικών παραστάσεων. Το 2016 συμμετείχε στην τηλεοπτική εκπομπή «Καλώς τους» του ΑιγαίοTV πραγματοποιώντας συνεντεύξεις σε ανθρώπους των τεχνών. Διετέλεσε Διευθύντρια Σύνταξης του on line Πολιτιστικού Περιοδικού Books and Style από Ιούλιο 2017 έως Μάρτιο 2018 οπότε αποχώρησε οικειοθελώς.
Μεγάλες της αγάπες είναι το θέατρο και ο χορός με τα οποία έχει ασχοληθεί ερασιτεχνικά κι έχει συμμετάσχει σε θεατρικές και χορευτικές παραστάσεις.
Τον Μάιο του 2012 κυκλοφόρησε την πρώτη ποιητική της συλλογή με τίτλο «Σου γράφω…», τον Σεπτέμβρη 2013 κυκλοφόρησε το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο «Ένα φεγγάρι λιγότερο» από τις εκδόσεις Ελληνική Πρωτοβουλία και τον Ιούνιο του 2014 κυκλοφόρησε το βιβλίο της «Τα πλήκτρα της σιωπής» από τις εκδόσεις ΄Οστρια. Επίσης, το παραμύθι της «Το ψαράκι του βυθού» συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο «Παραμύθια και Μαμάδες» εκδόσεις Βερέττα 2015. Τον Ιούνιο 2017 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά της «Άλικα βήματα» από την Εμπειρία Εκδοτική. Τον Νοέμβριο του 2019 κυκλοφόρησε το νέο της μυθιστόρημα «Ζάχαρη άχνη» από τις εκδόσεις Ωκεανός. Τον Ιούνιο 2021 κυκλοφόρησε το νέο της μυθιστόρημα με τίτλο Η ΑΠΟΣΤΟΛΗ από τις εκδόσεις Ωκεανός.