Subscribe Now

Trending News

Τα cookies επιτρέπουν μια σειρά από λειτουργίες που ενισχύουν την εμπειρία σας στo now24.gr.
Χρησιμοποιώντας αυτόν τον ιστότοπο, συμφωνείτε με τη χρήση των cookies, σύμφωνα με τις οδηγίες μας.
28 Μαρ 2024
Blender

Call Μe Βy Υour Name-Ένα αριστούργημα για την αθωότητα,την αγάπη και τον σεβασμό στη διαφορετικότητα

 

 

Από την Ξένια Κουσινιώρη.

Η νέα ταινία του Luca Guadagnino είναι μια ταινία ενηλικίωσης, ένα ολοκληρωμένο πορτρέτο των πρώτων νεανικών ερωτικών σκιρτημάτων με όλα τα σκαμπανεβάσματά τους. Είναι μια ταινία για την καταπιεσμένη σεξουαλικότητα και την κρυφή λαχτάρα. Μα πάνω από όλα, είναι μια ωδή στη διαφορετικότητα και την αγάπη σε όλες τις μορφές της, στον έρωτα που πρέπει να αρπάζεις, να απολαμβάνεις και να ζεις κάθε φορά που σε βρίσκει.

Το “Call Me By Your Name” ξεκίνησε την εξαιρετική φεστιβαλική του πορεία στο φετινό Sundance πριν σταματήσει στο Πανόραμα του Φεστιβάλ του Βερολίνου, όπου το κοινό το αποθέωσε. Επιπρόσθετα, είναι υποψήφιο για 4 Oscar στη φετινή απονομή των βραβείων της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (καλύτερης ταινίας, Α’ Ανδρικού ρόλου για τον Timothée Chalamet, διασκευασμένου σεναρίου και καλύτερου τραγουδιού για το Mystery of Love του Sufjan Stevens).

Η τελευταία ταινία του ιταλού σκηνοθέτη διαδραματίζεται το 1983 στη Βόρεια Ιταλία και αφηγείται ένα καλοκαιρινό ειδύλλιο ανάμεσα σε έναν 17χρονο Αμερικανο-ιταλό, τον Έλιο (Timothée Chalamet) και τον Όλιβερ (Armie Hammer), έναν 24χρονο αμερικανό φοιτητή που επισκέπτεται τον πατέρα του Έλιο προκειμένου να τον βοηθήσει. H ταινία μπορεί να εστιάζει στη σχέση μεταξύ των δύο νεαρών ανδρών, αλλά o Γκουαντανίνο πετυχαίνει να αφηγηθεί μια οικουμενική ιστορία αγάπης συγκλονιστικά αποδοσμένη και ερμηνευμένη.

Αρχικά ομολογώ ότι πηγαίνοντας να δω την ταινία ήμουν κάπως προκατειλημμένη καθώς υπέθεσα ότι θα είναι μία ακόμα ρομαντική, βαρετή ταινία με happy end και δεδομένου ότι το love story αφορά δύο άντρες, σκέφτηκα πως θα μου φέρει στο μυαλό το “Brokeback Mountain”, που δεν άφησε και τις καλύτερες εντυπώσεις. Η αλήθεια είναι ότι είναι πολύ δύσκολο να κάνεις ένα ομοφυλόφιλο love story, αν δεν ξέρεις πως να το προσεγγίσεις. Η λάθος προσέγγιση οδηγεί σε μια μέτρια ως και γελοία, θα λέγαμε, ταινία. Αυτό ακριβώς κάνει το “Call Me By Your Name” να ξεχωρίζει. Η σωστή προσέγγιση από τον σκηνοθέτη μιας διαφορετικής ιστορίας αγάπης και ο Γκουαντανίνο δεν χρειάζεται πολλά για τη δημιουργία σύνθετων συναισθηματικών περιβαλλόντων, όπως φαίνεται και από τις προηγούμενες ταινίες του. Με βλέμματα και χειρονομίες που μιλούν από μόνες τους και μια μουσική που μιλάει πολύ περισσότερο από τις λέξεις, δημιουργεί ένα συγκινητικό φιλμ για τον σεβασμό στη διαφορετικότητα και τη δύναμη της αγάπης αλλά και για την ανάγκη να αφήνεσαι στον έρωτα και να τον ζεις, ακόμα και αν αυτό σημαίνει να υποφέρεις.

Σκοπός της ταινίας είναι να χαϊδέψει το κοινό. Θυμίζει έντονα το μεσογειακό ιταλικό καλοκαίρι, κάνει ποδηλατάδες, μεταμεσονύχτιες βουτιές, ακούει μουσική, ατενίζει έργα τέχνης, απολαμβάνει πολυτελή γεύματα κάτω από τον ήλιο και παρακολουθεί τη μεθυστική ερωτική αφύπνιση ενός δεκαεπτάχρονου. Όταν ο Elio ερωτεύεται τον Oliver, έναν χαρισματικό διδακτορικό φοιτητή που μένει με τους γονείς του στη βίλα τους στη βόρειο Ιταλία, γεννιέται μία εμπειρία που θα τους στοιχειώσει για καιρό. «Δεν θεωρώ την ταινία ένα υπέρ-διανοούμενο και εκλεπτυσμένο έργο τέχνης», λέει ο σκηνοθέτης. «Είναι μια τρυφερή ερωτική ιστορία που επηρεάζει το κοινό με έναν αισιόδοξο τρόπο. Ήθελα να είναι σαν ένα κουτί με υπέροχα σοκολατάκια».

Ο Luca Guadagnino προσεγγίζει, κατά τη γνώμη μου, τη γνωριμία, τον ενθουσιασμό κι έπειτα τον έρωτα των δύο πρωταγωνιστών όχι ως κάτι φυσιολογικό και αναμενόμενο. Αλλά ως κάτι διαφορετικό, πρωτόγνωρο και ιδιαίτερο, ως κάτι που και οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές φοβούνται αρχικά να παραδεχτούν και να ομολογήσουν. Αυτό προκύπτει από το γεγονός πως και οι δύο έχουν σχέσεις με γυναίκες αλλά και από το γεγονός ότι στο πρώτο μισό της ταινίας απομακρύνονται ο ένας από τον άλλο, φοβούμενοι να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Ένα μεγάλο ποσοστό της ιστορίας, άλλωστε, επικεντρώνεται στα χιλιάδες βήματα προς τα εμπρός και προς τα πίσω ανάμεσα στον Elio και τον Oliver πριν η σχέση τους γίνει σωματική. Η ένταση πριν την κλιμάκωση είναι, μάλιστα, κοινό στοιχείο στα έργα του Guadagnino. Ο σκηνοθέτης αφαιρώντας την κουρτίνα των αμφιβολιών και των προκαταλήψεων, αφήνει τελικά στους θεατές να θαυμάσουν τη σχέση δύο ανθρώπων, ανεξάρτητα από το φύλο τους. Εξάλλου, όποια κι αν είναι η γνώμη σας για τις γκέι ταινίες, αυτή η ταινία δεν ήταν ποτέ γι’ αυτό. Παρακολουθώντας από τη μία την αθωότητα και την ανακάλυψη της σεξουαλικότητας του Έλιο και από την άλλη την προσπάθεια διαχείρισης πρωτόγνωρων συναισθημάτων από τον πιο έμπειρο Όλιβερ, μεταφερόμαστε σε ένα μαγικό ταξίδι τοπίων, εικόνων και συναισθημάτων που συγκινούν και ξαφνιάζουν. Χωρίς να είναι κάτι το σεναριακά μεγαλειώδες, το “Call Me By Your Name” μάς δίνει μια ρεαλιστική και τρυφερή ιστορία αγάπης από αυτές που σπάνια βλέπει πλέον το σύγχρονο σινεμά, είτε αφορά straight, είτε ομοφυλόφιλους χαρακτήρες. Οι εξαιρετικές ερμηνείες και η ιδανική αφήγηση της ιστορίας από τον σκηνοθέτη που χτίζεται αργά και προσεκτικά (θα μπορούσε να είναι και λίγο πιο σύντομη) με σεβασμό και χωρίς ίχνος χυδαιότητας και προσβολής της όποιας ηθικής, σε συνδυασμό με την υπέροχη φωτογραφία και το ταιριαστό soundtrack, δημιουργούν ένα αριστούργημα που καταφέρνει να είναι αισθησιακό, αλλά όχι αδιάκριτο, ελκυστικό αλλά όχι χυδαίο και άμεσο αλλά σε καμία περίπτωση παράτολμο.

Οι ερμηνείες

Αυτό που κάνει ξεχωριστή και μαγική την ταινία είναι αναμφίβολα και οι αξιόλογες ερμηνείες του Τιμοτέ Σαλαμέ, του Άρμι Χάμερ και του Μάικλ Στούλμπαργκ. Είναι πολύ εντυπωσιακό πως ένας νεαρός και άπειρος ηθοποιός δίνει μια τέτοια μεγαλειώδη και -όπως αποδείχτηκε με την υποψηφιότητα- οσκαρική ερμηνεία όσο αυτή του Τιμοτέ Σαλαμέ σ’ αυτήν την ταινία. Σκιαγραφώντας την αμηχανία μπροστά στον απροσδόκητο έρωτα, τον κρυφό πόθο, την υποβόσκουσα ζήλια, την ντροπή και την ερωτική ενηλικίωση με καταστροφική ακρίβεια, ο ηθοποιός άξιζε και με το παραπάνω την υποψηφιότητα για Όσκαρ. Ο Άρμι Χάμερ, από την άλλη, πιο γοητευτικός από ποτέ, ομολογώ πως δίνει την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του, γεμάτη τρυφερότητα, ευαισθησία, πάθος και σεβασμό με μία χημεία με τον συμπρωταγωνιστή του που σπάνια βλέπουμε στη μεγάλη οθόνη. Τέλος, ο Μάικλ Στούλμπαργκ, ως ο πατέρας του Έλιο, σε λιγοστές μόνο σκηνές αλλά πολύ ουσιαστικές, συμπυκνώνει με απόλυτη σαφήνεια και εξαιρετικά συγκινητική ερμηνεία το βαθύτερο νόημα της ταινίας, που είναι ο σεβασμός στη διαφορετικότητα, η ανάγκη εξάλειψης του ρατσισμού και του bullying και το πως θα έπρεπε να αντιμετωπίζουν οι γονείς τις επιλογές και την ευτυχία των παιδιών τους, ακόμα και αν δεν συμφωνούν με αυτές. Ο ηθοποιός κάνει απόλυτα σαφές στον γιο του ότι είναι ανοιχτόμυαλος και ότι μπορεί ανά πάσα στιγμή να του μιλήσει. «Αν είσαι αρκετά τυχερός να νιώσεις κάτι βαθύ, ακόμα κι αν πονάει, μην το διώξεις μακριά. Είναι απώλεια να νιώσεις κάτι όμορφο και μετά να προσπαθήσεις να προσποιηθείς ότι δεν συνέβη», λέει χαρακτηριστικά στον Elio.

Εν κατακλείδει, να προσθέσω ότι το τέλος της ταινίας είναι πολλαπλά ερμηνεύσιμο. Θέλει να περάσει στο μυαλό του θεατή την εικόνα πως υπάρχει μια βαθιά σύνδεση ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές που θα χρωματίσει τη ζωή τους για πάντα. Ίσως γι’ αυτό η ιστορία έχει πιο βαθιά αξία. Οι άνθρωποι νιώθουν ότι υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ τους που ξεπερνά τον καλοκαιρινό έρωτα και φυσικά και οι δύο στοιχειώνονται από την ανάμνηση του άλλου.

Συμπυκνώνοντας, το “Call Me By Your Name” είναι ένα σαγηνευτικό, ακραία αισθησιακό, διαφορετικά σοφό και άρτιο κινηματογραφικά, κατάμεστο από συναίσθημα αριστούργημα με φόντο τη βόρεια Ιταλία της δεκαετίας του ’80.

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ: 4/5

Περισσότερα για την ταινία

Μετά τα εντυπωσιακά «I Am Love» και «A Bigger Splash», ο Ιταλός δημιουργός Luca Guadagnino, που καθηλώνει με τις εικόνες του, επιστρέφει με μια αισθησιακή και υπερβατική ιστορία για τον πρώτο έρωτα, βασισμένη στο γνωστό μυθιστόρημα του André Aciman σε διασκευή που προέκυψε από τη συνεργασία του σκηνοθέτη με τον σπουδαίο James Ivory («The Remains of the Day»).

Με φόντο τη λάγνα, λουσμένη στο φως καλοκαιρινή ιταλική εξοχή και πρωταγωνιστές με ακαριαία χημεία τους εξαιρετικούς και ανερχόμενους Armie Hammer («The Social Network», «The Lone Ranger») και Timothée Chalamet («Homeland», «Interstellar»), η ταινία εκφράζει με οικουμενική ευαισθησία και αφοπλιστική τρυφερότητα την ιδέα του να αφήνεσαι στον έρωτα και στην ομορφιά της ζωής.

Το «Να με φωνάζεις με τ’ όνομα σου» έκλεψε τις εντυπώσεις κοινού και κριτικών στις διεθνείς φεστιβαλικές του προβολές στο Sundance -όπου έκανε παγκόσμια πρεμιέρα-, στο Βερολίνο, στη Στοκχόλμη και στην Αθήνα. Η ταινία θεωρήθηκε η Καλύτερη Ταινία της Xρονιάς για τους κριτικούς του Λος Άντζελες, που απένειμαν και το βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου στον Timothée Chalamet. Αντίστοιχα, τα Gotham Awards, τα βραβεία των ανεξάρτητων ταινιών έδωσαν το βραβείο Καλύτερης Ταινίας και Καλύτερης Ερμηνείας στο «Να με φωνάζεις με τ’ όνομα σου», ενώ κέρδισε και τέσσερις υποψηφιότητες για τα βραβεία Bafta της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (καλύτερης ταινίας,  Α’ Ανδρικού ρόλου για τον Timothée Chalamet, σκηνοθεσίας για τον Luca Guadagnino, διασκευασμένου σεναρίου για τον James Ivory).

Σημείωμα του σκηνοθέτη

Μου αρέσει να πιστεύω ότι το «Να με φωνάζεις με τ’ όνομά σου» κλείνει την τριλογία των ταινιών μου για την επιθυμία, μαζί με το «I Am Love» («Είμαι ο έρωτας») και το «A Bigger Splash» («Κάτω από τον ήλιο»). Εκεί που στις προηγούμενες ταινίες, η επιθυμία οδηγούσε στην κτητικότητα, τη μετάνοια, την περιφρόνηση, την ανάγκη για απελευθέρωση, στο «Να με φωνάζεις με τ’ όνομα σου» θέλαμε να εξερευνήσουμε ένα ειδύλλιο της νιότης. Ο Elio, ο Oliver και η Marzia έχουν μπλέξει σε ένα ερωτικό γαϊτανάκι, όμοιο με αυτό που περιέγραψε κάποτε ο Truman Capote ως τον έρωτα, που δεν έχει γεωγραφία, δεν ξέρει από σύνορα.

Η ταινία αποτίει φόρο τιμής στους πατέρες της ζωής μου: τον πατέρα μου και τους κινηματογραφικούς, τον Renoir, τον Rohmer, τον Bertolucci. Luca Guadagnino

Σαν στο σπίτι του

Το γύρισμα δίπλα στο σπίτι του Guadagnino προσέδωσε άνεση και απλότητα στη διαδικασία της παραγωγής, όχι μόνο για τον σκηνοθέτη, αλλά και για όλο το συνεργείο. «Ήθελα να υποκύψω στην πολυτέλεια να κοιμάμαι στο ίδιο μου το κρεβάτι», λέει χαρακτηριστικά ο δημιουργός. Όπως συμβαίνει συνήθως στις ταινίες του Guadagnino, το πανέμορφο ιταλικό σπίτι έγινε εξίσου σημαντικός χαρακτήρας όσο και οι ηθοποιοί.

Προετοιμασίες

Για την προετοιμασία του, ο πρωταγωνιστής Timothée Chalamet, που είχε και τα περισσότερα να κάνει, έφτασε πέντε εβδομάδες πριν το γύρισμα στην Ιταλία. «Έπεσα με τα μούτρα στα μαθήματα ιταλικών για μιάμιση ώρα την ημέρα, μαθήματα πιάνου μιάμιση ώρα την ημέρα, μαθήματα κιθάρας μιάμιση ώρα την ημέρα και γυμναστική τρεις φορές την εβδομάδα», λέει ο Chalamet. Παρ’ όλο που είχε ήδη μελετήσει πιάνο για έξι χρόνια και κιθάρα για έναν χρόνο, ο ηθοποιός δούλεψε με τον Ιταλό συνθέτη Roberto Solci για να αναβαθμίσει τη δεξιότητά του στο υψηλό επίπεδο του βιρτουόζου Elio. Κι ενώ ο Νεοϋορκέζος ηθοποιός έχει περάσει πολλά καλοκαίρια της νιότης του στο σπίτι της γιαγιάς του στη Γαλλία, ήξερε ότι η ιταλική εκδοχή της δεκαετίας του ’80 θα ήταν κάτι διαφορετικό. Είχε επίσης την ευκαιρία να κάνει παρέα με νέα παιδιά στην Crema που δεν ήξεραν καν ότι είναι ηθοποιός και να αναζητήσει καθοδήγηση από τον Guadagnino για εκείνη την περίοδο. Ο Chalamet μιλάει άπταιστα γαλλικά και μπορούσε να καταλάβει μερικά ιταλικά, αλλά δεν ήξερε να μιλάει τη γλώσσα. «Εκτός από το πιάνο, τα ιταλικά ήταν κρίσιμα για ‘μένα γιατί ήταν η μητρική γλώσσα του Elio και ήθελα να φτάσω σε αυτό το σημείο», λέει ο ηθοποιός.

Πρώτη επαφή

Ο Hammer ήταν ο επόμενος που κατέφθασε και ο Chalamet ήταν ένας από τους πρώτους ανθρώπους που συνάντησε. «Άκουσα κάποιον να παίζει πιάνο και μου είπαν ότι είναι ο Timmy! Είπα ότι θέλω να τον συναντήσω αμέσως». Οι δύο ηθοποιοί έγιναν αχώριστοι εκείνες τις εβδομάδες πριν το γύρισμα. «Κάναμε ποδήλατο, ακούγαμε μουσική, μιλούσαμε, πηγαίναμε για φαγητό, επισκεπτόμασταν μέρη στα οποία πηγαίνουμε και στην ταινία», λέει ο Hammer. Αφού ξεκίνησε το γύρισμα, οι δυο ηθοποιοί έκαναν πρόβες τις σκηνές τους κάθε νύχτα πριν το γύρισμα. Η οικειότητα και η χημεία που έγινε απτή στην οθόνη προέκυψε και από την οικειότητα των δύο ηθοποιών στην πραγματική ζωή.

Ιταλική ραστώνη

Όλοι οι ηθοποιοί έμεναν μέσα στην Crema και μπόρεσαν να απορροφήσουν τη μοναδική γοητεία και τους ρυθμούς της ζωής εκεί. «Έχει μια ησυχία εκεί που κάποιος που ζει σε μία μητρόπολη δεν την έχει εύκολα», λέει ο Michael Stuhlbarg, που υποδύεται τον πατέρα του Elio. «Οι περισσότεροι περπατούν, υπάρχουν λίγα αυτοκίνητα στην πόλη. Έχει μια ιδιαίτερη ατμόσφαιρα». Ο Guadagnino συχνά προσκαλούσε τους ηθοποιούς και το συνεργείο στο σπίτι του, όπου ετοίμαζε περίτεχνα γεύματα και έβλεπαν ταινίες. «Είναι φοβερός μάγειρας και απολαύσαμε πεντανόστιμα γεύματα», λέει η Casar. «Μας έφερε πιο κοντά τον έναν στον άλλον. Υπάρχει ένας εσωτερικός φόβος που μπορεί να πιάσει έναν ηθοποιό όταν προσεγγίζει τον ρόλο του και ο Luca δημιούργησε μία ατμόσφαιρα εμπιστοσύνης και χαράς ανάμεσα μας, οπότε μπορέσαμε να αναπτύξουμε οικειότητα». Ο Hammer συμπληρώνει: «Ο Luca μάς έβαλε στο κλίμα της dolce vita που δεν υπάρχει πια στην Ιταλία. Η δουλειά σ’ αυτήν την ταινία, η συνύπαρξη με όλους αυτούς τους ανθρώπους τους οποίους ερωτεύτηκα, ήταν ανάλογη με την ιστορία της ταινίας για μένα. Όταν το σκέφτομαι, είναι σαν να έχω ερωτική σχέση με την ταινία».

Το ταίριασμα

Η σύνθεση των ηθοποιών ήταν σχολαστική διαδικασία. «Θέλαμε να καταγράψουμε ακόμα και την καρδιά αυτών των χαρακτήρων, όχι μόνο μέσα από τα πρόσωπα τους, αλλά και μέσα από τον τρόπο που κινούνται στον χώρο», λέει ο Guadagnino. H Casar λέει: «Ο Luca έχει μία πολύ ακριβή ιδέα για τη σκηνοθεσία του, αλλά μέσα σε αυτή τη δομή, δίνει στους ηθοποιούς απέραντη ελευθερία», ενθαρρύνοντάς τους να αυτοσχεδιάζουν. «Ο Tim ήταν μια αποκάλυψη και καθόλα απρόβλεπτος», λέει ο Stuhlbarg. «Ήταν πολύ διαφορετικός κάθε φορά που έκανε πράγματα. Δεν ήξερες ποτέ τι θα συνέβαινε και ήταν σκέτη απόλαυση να το βλέπεις». Ένα καλό παράδειγμα ήταν η εκπληκτική τελευταία σκηνή. «Υπάρχουν τρεις λήψεις και είναι όλες διαφορετικές», λέει ο Chalamet. «Είμαι πολύ χαρούμενος με αυτή που επέλεξε ο Luca γιατί μου φαίνεται η πιο αληθινή σε σχέση με την κατάσταση του Elio εκείνη τη στιγμή».

Ενώ οι ταινίες του έχουν αποθεωθεί για τον ερωτισμό τους, ο Guadagnino δεν δείχνει τη σεξουαλικότητα άσκοπα. «Το σεξ στην οθόνη μπορεί να γίνει το πιο βαρετό θέαμα», λέει ο σκηνοθέτης. «Γενικά, αν η ερωτική πράξη είναι ένας τρόπος να εξερευνήσεις τη συμπεριφορά και πως αντανακλάται στους χαρακτήρες, τότε με ενδιαφέρει. Αλλά αν είναι να κάνει μόνο με την απεικόνιση της πράξης, τότε όχι».  Ο Chalamet σχολιάζει: «Όταν βλέπεις το πρώτο φιλί του Elio και το Oliver, την πρώτη φορά που κάνουν έρωτα, αυτές οι λήψεις έχουν μια διάρκεια. Βλέπεις την αμηχανία και τη φυσική ένταση με έναν τρόπο, που αν είχε πολλά κοψίματα στο μοντάζ, θα είχε χαθεί». Ο Hammer συμπληρώνει: «Νομίζω ότι πολλές σεξουαλικές σκηνές έχουν να κάνουν με τις καλύτερες γωνίες. Αλλά σε αυτή την ταινία βλέπεις δύο ανθρώπους που πεινάνε να εξερευνήσουν το σώμα ο ένας του άλλου. Όπου υπάρχει αβεβαιότητα, υπάρχει το άγνωστο, αυτό που ανακαλύπτεις όσο προχωράς».

Η περίφημη σκηνή με το ροδάκινο από το βιβλίο δείχνει πώς ο ερωτισμός χρησιμοποιείται στην ταινία για να ρίξει φως στον εσωτερικό κόσμο των χαρακτήρων. «Αυτό που συμβαίνει με τον Elio σε αυτή τη σκηνή είναι ένας συνδυασμός της λαχτάρας για τον Oliver και του να μην ξέρεις τι να κάνεις με την πλεονάζουσα σεξουαλική ενέργεια που έχεις στα 16, τα 17 και τα 18», λέει ο Chalamet. Τα αντικρουόμενα συναισθήματα του Elio τον οδηγούν σε μια φιλονικία ανάμεσα στους δύο, όταν ο Oliver προσπαθεί να φάει ένα ροδάκινο. «Όταν ο Elio γίνεται συναισθηματικός, είναι η στιγμή που ο Oliver καταλαβαίνει ότι ξεπεράστηκε ένα όριο στη σχέση τους», λέει ο Hammer. «Τώρα, αντί να κυριαρχεί, αρχίζει να κόβει τη φόρα του. Δεν έχει να κάνει μόνο με εμένα, πρέπει να είναι καλό και για τους δύο και έτσι συμβαίνει μια πραγματικά τρυφερή στιγμή, κατά την οποία συντονίζονται».

Η μελωδία

Το soundtrack της ταινίας είναι μια σύνθεση από έργα διαφόρων μουσικών, αλλά ο Guadagnino αποφάσισε ότι ήθελε να προσεγγίσει τον Αμερικάνο τραγουδιστή/συνθέτη Sufjan Stevens για να γράψει ένα τραγούδι ειδικά για την ταινία. «Ένας καλλιτέχνης που θαυμάζω πολύ είναι ο Sufjan. Η φωνή του είναι αγγελική και οι στίχοι του είναι τόσο βαθιοί, γεμάτοι λύπη και ομορφιά. Η μουσική του στοιχειώνει. Όλα αυτά τα στοιχεία τα ήθελα στην ταινία».

Ενώ ο Guadagnino ήξερε ότι ο Stevens δεν είχε ξαναδουλέψει για ταινία, τον προσέγγισε. Ο Stevens διάβασε το βιβλίο, έκαναν μια μεγάλη κουβέντα και το αποτέλεσμα ήταν να γράψει όχι ένα, αλλά δύο πρωτότυπα τραγούδια για την ταινία: το Mystery of Love και το Visions of Gideon. Όταν έφτασαν τα τραγούδια λίγο πριν το γύρισμα, ο Guadagnino προσκάλεσε τον Chalamet, τον Hammer και τον μοντέρ να τα ακούσουν στο σπίτι του. «Νομίζω ότι τα τραγούδια του Sufjan δίνουν άλλη τονικότητα στην ταινία», λέει ο Guadagnino. «Είναι σαν αφήγηση χωρίς αφήγηση».

Το soundtrack περιλαμβάνει κομμάτια από τον John Adams, τον Ryuichi Sakamoto, τον Satie, τον Ravel και το Capriccio on the Departure of his Beloved Brother του Bach,  το οποίο ο Chalamet ερμηνεύει στην κιθάρα και το πιάνο. Καθώς η ταινία διαδραματίζεται τη δεκαετία του ’80, ο Guadagnino επέλεξε ιταλική ποπ μουσική εκείνης της περιόδου, καθώς και τον ύμνο των Psychedelic Furs Love My Way. «Αγαπώ τους Psychedelic Furs», λέει ο Guadagnino. «Είναι κάπως αυτοβιογραφικό, γιατί θυμάμαι που το άκουγα όταν ήμουν 17 και με είχε συνεπάρει. Ήθελα να μου αποδώσω φόρο τιμής», λέει χαριτολογώντας.

Είναι καλύτερα να μιλάς ή να πεθάνεις;

Αξίζει να σημειωθεί ότι, ενώ η ταινία είναι μεταφορά λογοτεχνικού έργου, το μεγαλύτερο μέρος είναι χωρίς διαλόγους. Υπάρχουν σκηνές με πολύ κείμενο που αφαιρέθηκαν, όταν ο Guadagnino ένιωσε ότι δεν ήταν απαραίτητες.

Τέλος, ένα από τα πιο φωτεινά μέρη του βιβλίου και της ταινίας είναι η τρυφερή συζήτηση που έχει ο Mr. Perlman με τον Elio κοντά στο τέλος της ταινίας, όπου προσφέρει την χωρίς όρους αγάπη και υποστήριξή του. Στην πραγματικότητα, ο χαρακτήρας του Mr. Perlman βασίζεται στον πατέρα του Aciman. «Ο πατέρας μου ήταν πολύ ανοιχτόμυαλος και δεν είχε αναστολές σε ό,τι αφορά τη σεξουαλικότητα», λέει ο Aciman. «Ήταν ένας άντρας που μπορούσες πάντα να μιλήσεις για ό, τι αφορούσε το σεξ. Οπότε δεν θα έγραφα έναν συνηθισμένο μονόλογο, του τύπου όλοι τα περνάμε αυτά ή πρέπει να πας σε ψυχίατρο. Ο πατέρας μου θα έλεγε ακριβώς αυτό που λέει ο πατέρας στο βιβλίο ή στην ταινία». Λέει ο Chalamet: «Αυτό που ήταν καθαρτικό ή διαφωτιστικό για ‘μένα όταν έκανα τη σκηνή με τον Michael ήταν η αίσθηση ότι ο πόνος δεν είναι κάτι κακό. Στην πραγματικότητα, πρέπει να ασχοληθείς με τον πόνο γιατί αν τον αγνοήσεις ή αν προσπαθήσεις να τον ξεριζώσεις, θα χάσεις ό,τι καλό είναι να βγει από αυτόν. Προφανώς, υπάρχει απογοήτευση και πόνος, αλλά για να τα καταφέρεις και να σκεφτείς το καλό που προέκυψε σαν ένα φως στο τέλος της διαδρομής, πρέπει να είσαι τρυφερός με τον εαυτό σου. Να μην σκοτώνεις τον πόνο και όλο το καλό που φέρνει αυτός».

Το “Call Me By Your Name” κυκλοφορεί από τις 8 Φεβρουαρίου στους κινηματογράφους.

Δείτε περισσότερα για τις ταινίες της εβδομάδας, πρεμιέρες και κινηματογραφικά νέα στο xeniakous.com

Related posts